Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα μακρινό βασίλειο ζούσε μια πολύ όμορφη πριγκίπισσα. Ήταν τόσο όμορφη που τα ρόδα άνθιζαν στο διάβα της και τα πουλιά σταματούσαν να κελαηδούν, για να θαυμάσουν την ομορφιά της. Η πριγκίπισσα όμως ήταν πολύ κακομαθημένη. Είχε μάθει στη ζωή της τα πάντα να τα κερδίζει με την ομορφιά της. Δεν είχε παρά να σκεφτεί κάτι κι αμέσως ο πατέρας της, ο βασιλιάς, της το έφερνε.
.
Όταν η πριγκίπισσα θα γινόταν 20 χρονών, αποφάσισε ότι ήθελε να κάνει μια γιορτή, που όμοιά της δεν θα είχε ξαναγίνει. Καλεσμένοι θα ήταν όλη η ελίτ του βασιλείου, καθώς και των γειτονικών χωρών. 5 μήνες πριν άρχισαν οι ετοιμασίες, για να γίνουν τα πάντα όπως εκείνη τα ήθελε. Φυτεύτηκαν δέντρα, χτίστηκαν πίστες, σκάφτηκαν λίμνες κι όλοι μίλαγαν για το μεγάλο γεγονός.
.
Την ημέρα των γενεθλίων της η πριγκίπισσα έλαμπε. Φόρεσε το φουστάνι που επί 3 μήνες έραβαν για αυτήν, χτένισε τα ολόχρυσα μαλλιά της και χαμογέλασε μπροστά στον καθρέφτη πονηρά. Είχε ένα σχέδιο που δεν το είχε πει σε κανέναν. Εκείνη τη μέρα θα διάλεγε τον άντρα που θα παντρευόταν. Ήξερε ότι κανείς δεν θα μπορούσε να αντισταθεί στην ομορφιά της κι ότι όποιον και να διάλεγε αμέσως θα δεχόταν.
Όταν όλοι οι καλεσμένοι είχαν μαζευτεί, η πριγκίπισσα άρχισε σιγά-σιγά να κατεβαίνει τις σκάλες. Όλη η αίθουσα κρατούσε την ανάσα της. Εκείνη, πολύ σεμνά, πήγε και κάθισε στην καρέκλα που ήταν δίπλα στο θρόνο. Ένας-ένας οι καλεσμένοι σηκώνονταν και της έδιναν τα δώρα της. Χρυσά κοσμήματα, ολομέταξα φουστάνια, αρώματα κι ό,τι άλλο έβαζε ο νους της.
.
Τελευταία εμφανίστηκε μια ηλικιωμένη γυναίκα, με μακριά κάτασπρα μαλλιά, ντυμένη στα μαύρα. Στάθηκε μπροστά στην πριγκίπισσα και της είπε: «μικρή μου, θα σου κάνω το μεγαλύτερο δώρο. Μακάρι να έχεις το μυαλό να το χρησιμοποιήσεις σωστά» και σηκώνοντας το χέρι της την ακούμπησε στο κεφάλι.
Η πριγκίπισσα στην αρχή δεν κατάλαβε, όταν όμως όλοι μέσα στην αίθουσα άρχισαν να φωνάζουν, γύρισε κι είδε τον εαυτό της στον καθρέφτη. Μια στριγγλιά ξέφυγε από τα χείλη της. Αυτό που έβλεπε ήταν ένα τέρας. Έφυγε τρέχοντας και πήγε στο δωμάτιό της. Ξάπλωσε στο κρεβάτι κι έκλαιγε. Έκλαιγε συνέχεια για τα ξανθά της μαλλιά που είχαν γίνει μαύρα και κοντά, για το όμορφο πρόσωπο της που είχε παραμορφωθεί, για το στητό κορμί της που είχε καμπουριάσει.
.
Η πριγκίπισσα στην αρχή δεν κατάλαβε, όταν όμως όλοι μέσα στην αίθουσα άρχισαν να φωνάζουν, γύρισε κι είδε τον εαυτό της στον καθρέφτη. Μια στριγγλιά ξέφυγε από τα χείλη της. Αυτό που έβλεπε ήταν ένα τέρας. Έφυγε τρέχοντας και πήγε στο δωμάτιό της. Ξάπλωσε στο κρεβάτι κι έκλαιγε. Έκλαιγε συνέχεια για τα ξανθά της μαλλιά που είχαν γίνει μαύρα και κοντά, για το όμορφο πρόσωπο της που είχε παραμορφωθεί, για το στητό κορμί της που είχε καμπουριάσει.
.
Από εκείνη την ημέρα η πριγκίπισσα δεν έβγαινε από το δωμάτιό της. Αρνιόταν πεισματικά να δει τον οποιοδήποτε. Το μόνο που ζήταγε ήταν να της φέρουν βιβλία για να περνάει την ώρα της. Άρχισε να διαβάζει ποίηση και λογοτεχνία. Τα βιβλία της μάθαιναν πράγματα που ούτε καν φανταζόταν. Ο πατέρας της ήταν απελπισμένος, δεν ήξερε τι να κάνει. Τότε η βασίλισσα έστειλε αυλικούς να ψάξουν σ’ όλο το βασίλειο και να της φέρουν τον πιο άσχημο άντρα. Όταν τον βρήκε, τον έστειλε μέσα στο δωμάτιο της κόρη της, ελπίζοντας ότι η πριγκίπισσα θα δεχόταν να του μιλήσει.
.
.
Έτσι και έγινε. Οι δυο νέοι έκαναν συνέχεια παρέα, μίλαγαν για όλα τα θέματα και έμοιαζαν αχώριστοι. Επί μήνες η πριγκίπισσα δεχόταν να βλέπει μόνο τον άσχημο αυλικό, που στα μάτια της δεν φάνταζε πια άσχημος, αφού την είχε γοητεύσει με τις γνώσεις του και την καλλιέργεια του. Ύστερα από λίγο καιρό αποφάσισαν να παντρευτούν.
.
.
Την ημέρα του γάμου τους, που γινόταν σε κλειστό κύκλο, η πριγκίπισσα ήταν πολύ χαρούμενη. Την ώρα που έβαζε το βέλο που θα κάλυπτε το πρόσωπό της εμφανίστηκε ξανά η γριούλα με τα άσπρα μαλλιά. Την κοίταξε στα μάτια και της είπε: “Ζήτησέ μου ότι δώρο θες για το γάμο σου” και η πριγκίπισσα χωρίς να το σκεφτεί απάντησε “Κάνε με όπως ήμουν, δώσε μου πίσω τον εαυτό μου”. Η γριούλα κούνησε το κεφάλι της και τότε η πριγκίπισσα έγινε όπως πριν.
.
.
Ολόχαρη η πριγκίπισσα έτρεξε στον άντρα που θα παντρευόταν σε λίγα λεπτά. Μόλις την είδε εκείνος έβαλε τα κλάματα και της είπε: “Είμαι πολύ χαρούμενος για σένα που είσαι όμορφη, αλλά θα πρέπει αν χωρίσουμε. Συγνώμη δεν μπορώ να σε παντρευτώ”. Η πριγκίπισσα έμεινε να τον κοιτάζει σαστισμένη. Δεν καταλάβαινε τίποτα.
.
.
Γύρισε και κοίταξε τη γριούλα και της είπε: “Μα δεν σου ζήτησα να με κάνεις όμορφη, ζήτησα πίσω τον εαυτό μου, να γίνω όπως ήμουν”. Και η γιαγιά της απάντησε: “Κόρη μου, θα πρέπει να ξέρεις ότι οι άνθρωποι κρίνουν βάση αυτού που βλέπουν. Οτιδήποτε άλλο τους τρομάζει. Έτσι και με σένα. Η ομορφιά σου τρόμαξε τον άντρα σου, επειδή συλλογίστηκε το μέλλον, χωρίς να αναλογιστεί το παρελθόν. Προχώρα μπροστά, άλλα μη λησμονάς ποτέ το χθες…”.
4 σχόλια:
Ο Ωνάσης πέθανε από μυασθένεια;;;;;
ναι...
κι επισης μυασθενεια εχει η Βάσω Παπανδρέου και η Ρούλα Κορομηλά...
άλλο...???
Aπό πότε τις κάνεις παρέα αυτές τις 2;
εδώ και αρκετό καιρό, αλλά δεν στο έλεγα για να μην ζηλέψεις...!!!
Δημοσίευση σχολίου